top of page
Αναζήτηση

Το ασυναίρετον στον έσω τόπο, Διώνη Δημητριάδου – Νίκη Χαλκιαδάκη

Σειρά ΕΠΙ ΔΥΟ (βιβλίο δεύτερο), Γιώργος Ρούσκας (επιμ.), περιοδικό καρυοθραύστις


Παρότι ο έσω τόπος κάθε ποιητή –των ποιητών εν γένει– δεν συναιρείται από καμία έξωθεν παρέμβαση ή ερμηνεία, και τούτο σαφώς ο τίτλος του υπό εξέταση βιβλίου υποδηλοί, η εκ παραλλήλου προσέγγιση του έργου και της ποιητικής των ποιητριών Διώνης Δημητριάδου και Νίκης Χαλκιαδάκη από τους ίδιους ακριβώς –και για τις δύο περιπτώσεις– μελετητές, συνιστά κάποιου είδους συναίρεση. Ο έσω χώρος, ωστόσο, εκάστης όχι μόνον δεν συρρικνούται, αλλά, αντιθέτως, φωτιζόμενος πολλαπλώς, διευρύνεται.

Σε ρόλο διευθυντή ορχήστρας –με την επιμέλεια του τόμου και την εμβριθή εισαγωγή του– ο ποιητής-κριτικός λογοτεχνίας Γιώργος Ρούσκας (ο οποίος ουδέποτε απεμπολεί την ιδιότητά του τού Πολιτικού Μηχανικού, την εξ αυτής δηλαδή μαθηματική σκέψη) εκθέτει, πέραν των άλλων σημαντικών, τους λόγους οι οποίοι και νόμιμο καθιστούν το εγχείρημα αυτής της συν-εξέτασης/συναίρεσης και εξαιρετικά ενδιαφέρον. Στο επιμύθιο, ο εμπνευστής της σειράς, ο επιλέξας και αυτό το δίδυμον, ποιητής (και συνδιευθυντής του περ. καρυοθραύστις) Κώστας Θ. Ριζάκης, συναιρεί και επισφραγίζει με τον δικό του μοναδικό ποιητικό τρόπο την κοινή προσπάθεια.

Ακολουθώντας τον ρυθμό και βηματισμό των ηπειρώτικων τραγουδιών και χορών, αντίστοιχα, ο Γιώργος Ρούσκας διαρθρώνει την εισαγωγή του σε τρία μέρη: α) το πρώτο, όπου παρέχονται όλες οι αναγκαίες για τον κριτικό αναγνώστη πληροφορίες σχετικά με τη ναυπήγηση του «χάρτινου πλεούμενου», όπως αποκαλεί τον τόμο, β) To δεύτερο, υπό τον ευφυή τίτλο «Το διώνυμο του Σισύφου: λίθος στον έσω τόπο», ως εισαγωγή στην ποίηση της Διώνης Δημητριώδου και τέλος γ) το τρίτο, εισαγωγή στην ποίηση της Νίκης Χαλκιαδάκη, με τον επίσης εμπνευσμένο τίτλο «Ο ασυναίρετος Pied και ο αμετάβατος πόνος».

Στον κυρίως κορμό του βιβλίου, το πρώτο μέρος καλύπτουν τα μελετήματα για την ποίηση της Διώνης Δημητριάδου. Οι Βαγγέλης Αλεξόπουλος, Φωτεινή Βασιλοπούλου, Παναγιώτης Βούζης, Ξανθίππη Ζαχοπούλου, Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου, Κυριακή Αν. Λυμπέρη, Δήμητρα Μήττα, Ασημίνα Ξηρογιάννη, Δημήτρης Παπακωνσταντίνου, Μαρία Πολίτου, Χρύσα Φάντη, ποιητές ή συγγραφείς και εκείνοι, αναδεικνύουν μέσα από τη δική τους σκευή και οπτική γωνία καθένας, πτυχές του έργου της Δ.Δ., συγκλίνοντας σε έσω τόπους κοινούς, τους πλέον κομβικούς των οποίων συνοψίζω:

Η σε βάθος και πλάτος γνώση της γλώσσας και η θεωρητική σκευή άμα, επιτρέπουν στην ποιήτρια Δ.Δ. να κινείται με φυσικότητα, απλότητα, χωρίς ακκισμούς, με λέξεις απόκρημνες κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων, αναδεικνύοντας το ουσιώδες και το ωραίον. Να στοχάζεται πάνω στα ανθρώπινα, να διερωτάται και να αγωνιά, να συγκινείται και να συν-κινεί, υπερβαίνοντας τα στενά πλαίσια της ατομικότητας και του λυρισμού, επιτυγχάνοντας την εγγραφή της συλλογικότητας στην ποιητική πράξη.

Σωματική –σχεδόν χωμάτινη– πέραν της διανοητικής, η σχέση που αναπτύσσει με τις λέξεις, τις έννοιες, τα πράγματα, τους ανθρώπους, τη μνήμη. Κυρίαρχος σ’ αυτή την σωματική σχέση ο ρόλος της αφής, που παρέχει τη δυνατότητα του αγγίγματος, της ψηλάφησης, και αναψηλάφησης, της θωπείας, της έξαψης αλλά και του κατευνασμού.

Διακριτική πλην όμως σαφής η ευχέρεια της Διώνης Δημητριάδου να συνομιλεί εσωτερικά, ή και πιο φανερά κάποτε, με στοχαστές και δημιουργούς, όπως για παράδειγμα ο Ηράκλειτος ή ο Καμύ, ο Καβάφης ή ο Καρυωτάκης, μύθους και σύμβολα διαχρονικά, όπως ο Σίσυφος.

Η ενασχόληση της Δημητριάδου με πολλά είδη γραφής (ποίηση, πεζογραφία, κριτική) εμπλουτίζει την ποιητική της θεματικά, νοηματικά και μορφολογικά, αφού σε πολλές περιπτώσεις επιτυγχάνει ποιητικώ τω τρόπω τον συγκερασμό αφηγηματικότητας, στοχασμού και ισορροπημένου λυρισμού.

Χαρακτηριστική η άνεσή της να χωνεύει λογοτεχνικά ρεύματα, χωρίς να εγκλωβίζεται σε κανένα από αυτά, υπακούοντας στη συνειδητή επιλογή της να υπηρετεί (όπως και η ίδια υποστηρίζει) την αισθητική του λιτού.


Στο δεύτερο μέρος οι ως άνω έντεκα μελετητές καταθέτουν το απόσταγμα της εμπειρίας τους από την ποίηση της Νίκης Χαλκιαδάκη. Παραθέτω τα κυριότερα, κατά τη γνώμη μου, κοινά τους σημεία:

Η Νίκη Χαλκιαδάκη ακονίζει τις λέξεις έτσι, ώστε –στα πλαίσια είτε της κυριολεξίας είτε της μεταφοράς– να διατηρούνται και προς τα έξω και προς τα έσω αιχμηρές, ενώ με παρρησία αποκαλύπτουν πληγές.

Ανατρέχοντας σε βιώματα και μνήμες της παιδικής ηλικίας, ανασύροντας παιχνίδια και παραμύθια, εκτός των άλλων αμφισβητεί ή και ανατρέπει τα στερεότυπα περί φύλων, κοινωνικών ρόλων, ενηλικίωσης κ.λπ.

Θέτει τον έρωτα –ως ερωτισμό κυρίαρχα αλλά και στις άλλες διαστάσεις του– στο κέντρο της ποίησής της, να συνδιαλέγεται όχι μόνον με τον άλλον, αλλά και με την απουσία ή και τον θάνατο.

Δίνει μεγάλη βαρύτητα στην εικαστική πλευρά της ποίησής της, όχι δηλαδή μόνον στη μορφή/διάταξη των ποιημάτων της αλλά και στη μορφή του βιβλίου ως αισθητικού αντικειμένου.

Ακροβατεί ανάμεσα στον ρεαλισμό (ενίοτε και τον νατουραλισμό), τον υπερρεαλισμό και τον υπερβατικό ρομαντισμό, αφήνοντας σ’ αυτόν τον μετεωρισμό το δικό της χνάρι.


Τούτη η εκ των υστέρων (δική μου) συναίρεση αποστραγγίζει βέβαια τα κείμενα από τον πλούτο και το ιδιαίτερο στίγμα που το καθένα κομίζει, γι’ αυτό και εκτιμώ πως αξίζει να αναζητήσει κανείς το βιβλίο (όπως και το προηγούμενο της σειράς), να διαμορφώσει τη δική του άποψη και να αναπτύξει στη συνέχεια άμεση σχέση με το αξιόλογο έργο των δύο ποιητριών ή να εξελίξει την ήδη υπάρχουσα.

Η εμπνευσμένη, πάντως, σύνθεση του εξωφύλλου από την εικαστικό Γλύκα Διονυσοπούλου –προσωποκεντρική, γεωμετρημένη αλλά συνάμα ανυπότακτη– καθώς και η ανάδειξη των επιμέρους στοιχείων της στις έσω σελίδες, αποδεικνύει με ιδανικό τρόπο ότι το ασυναίρετον στον έσω τόπο κάθε ποιήτριας χωριστά ουδόλως απειλείται από την συνύπαρξη και την πολυπρισματική συνεξέτασή τους, αντιθέτως ενισχύεται και εμπλουτίζεται πολλαπλώς.


Πρώτη Δημοσίευση: Περιοδικό καρυοθραύστις, τεύχος 10-11

48 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων
bottom of page