top of page
Αναζήτηση
Χλόη Κουτσουμπέλη

Ψευδή Πορφύρα Περιβάλλεται...

«Ψευδή πορφύρα περιβάλλεται ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις». Η φράση αναφέρεται στην υμνογραφία του επιτάφιου θρήνου που ψάλλεται την Αγία Παρασκευή.

Ψευδή πορφύρα περιβάλλεται… είναι ο τίτλος της ποιητικής συλλογής του Νίκου Κυριακίδη, εκδόσεις Ρώμη, 2022.

Ποιος όμως είναι αυτός που περιβάλλεται με βασιλικό ένδυμα, με μία πορφύρα ψεύτικη με σκοπό να συγκαλύψει ή να συγκαλυφτεί; Τις περισσότερες φορές χωρίς ο ίδιος συνειδητά να το γνωρίζει;

«Μεταμφιεσμένες στο χαρτί αποτυπώνει ο συγγραφέας τις ανικανοποίητες επιθυμίες, τους φόβους και τις προσδοκίες του,» γράφει ο Φρόυντ στο δοκίμιό του «Δημιουργική γραφή και ονειροπόληση». Μα ποιος είναι αυτός που το σώμα και το αίμα του γίνεται βορά, που εκτίθεται με όλα του τα τραύματα και τις πληγές ώστε να καταβροχθίσουν το κορμί της ποίησής του οι πεινασμένοι αναγνώστες;

Ποιος άλλος από τον ποιητή, τον κάθε ποιητή.

Η συλλογή ξεκινά με ένα τρένο που κατευθύνεται σε κάποιο μέρος της Βόρειας Ευρώπης όπου χαρωποί χασάπηδες όπως αναφέρει ο ποιητής σφάζουν γουρουνάκια και ανθρωπάκια, ωμή καταναλώσιμη σάρκα. Αναφορά φυσικά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί και σε όλα τα φασιστικά καθεστώτα πριν και μετά. Αναφορά όμως και στη κανιβαλική διάσταση της γραφής αφού τελικά ο ποιητής θα σφαγιαστεί και θα φαγωθεί στο τέλος του προορισμού.

Σύμφωνα με τον Κυριακίδη μέσα στην ποιητική συλλογή αυτή έχει συντελεστεί μία απάτη. Είναι μία απάτη που συντελείται σε όλες όμως τις ποιητικές συλλογές. Ο ποιητής από ποίημα σε ποίημα φορά κάθε φορά άλλο προσωπείο, γίνεται ο άντρας που θα σφαγιαστεί, γίνεται αυτός που ερωτεύεται και κάθε φορά απογοητεύεται οικτρά, αυτός που χάνει και αυτός που βρίσκει, αυτός που χάνεται μέσα στο άγνωστο τρένο του ασυνειδήτου που βαδίζει προς άγνωστη κατεύθυνση και αυτός που υπάρχει γνήσιος και αυθεντικός σε κάποιους στίχους, όπως στους δύο τελευταίους στίχους του ποιήματος ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΤΑΜΕΙΟ (σελ.22) : «Γιατί είναι ομιλητική πολύ/ Η δειλία μου./Γιατί δεν υπάρχει κάτι πιο διαφανές /Απ’ την ανεπάρκεια».

Ο ποιητής σύμφωνα με τον Κυριακίδη, όπως άλλωστε το έχουν πει και άλλοι πριν από αυτόν, (ο Ρεμπώ –je suis un autre ή ο Φερνάντο Πεσσόα με τα τόσα διαφορετικά προσωπεία,) είναι ένας Άλλος. Είναι ένας άγνωστος που κυκλοφορεί σε ένα τρένο και δεν θυμάται πότε επιβιβάστηκε ή πότε αποχαιρέτισε τα αγαπημένα του πρόσωπα. Ένας άγνωστος που περιδιαβαίνει στους στίχους και ούτε η ίδια του η μητέρα δεν τον αναγνωρίζει.

Σελ.18 οι τελευταίοι τρεις στίχοι από το ποίημα με τίτλο ΤΗΣ ΓΕΙΤΟΝΙΑΣ

Μέχρι κι η μάνα του στα τελευταία της του είπε:/ «Ποιος είσαι εσύ;»/Εγώ τον ονειρεύτηκα, για να πεθάνω εν ειρήνη».

Όμως με ψευδή πορφύρα μπορεί να ντυνόμαστε όλοι, όλοι εμείς που ζούμε μέσα σε συμβάσεις μία ζωή αυτόματη και μηχανική. Ο ποιητής προτείνει την ουσιαστική, αληθινή ζωή έξω από μηχανισμούς άμυνας, ωραιοποιήσεις και μεθοδεύσεις.

Ο ιππότης για παράδειγμα στο αλληγορικό ποίημα ΤΡΙΣΑΘΛΙΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ στη σελίδα 38 του ποιήματος που επαναλαμβάνει συνεχώς τη φράση «αυτόματα, μηχανικά» θα έχει έναν επώδυνο, αργό θάνατο αφού ο Κυριακίδης αποδομεί και ανατρέπει τον μύθο του. Το ιερό δισκοπότηρο αυτού αλλά και κάθε ιππότη είναι το ουσιαστικό, το αληθινό, ο πυρήνας της ύπαρξης όταν κάθε πορφύρα που φοράμε γίνει στάχτη.

Όμως συστηματικά ο ποιητής αποδομεί και ανατρέπει όλους τους μύθους και τις δικαιολογίες που χρησιμοποιούμε και με τους οποίους κατασκευάζουμε τη ζωή μας ώστε να γίνει μία «ξένη φορτική».

Από το ποίημα ΖΗΤΟΥΝΤΑΙ ΝΕΚΡΟΙ, Ο ΕΥΡΩΝ ΑΜΕΙΦΘΗΣΕΤΑΙ

Πήρατε τα συνηθισμένα σας αντικαταθλιπτικά;

Αγαπήσατε εθιμοτυπικά και σήμερα τα ταίρια σας;

Μήπως και θυμηθήκατε την πρώτη σας ανατριχίλα από φόβο;

Σκουπίσατε καλά τα αίματα κάτω απ’ το κρεβάτι;

Μάθατε τεχνικές να κάνετε γλυκά, κρεατικά, σεξ όπως ποτέ άλλοτε;

Πεθαίνουμε ζωντανοί λέει ο Νίκος Κυριακίδης, πεθαίνουμε όταν αποστραγγιζόμαστε από τα συναισθήματά μας, όταν η ζωή μας γίνεται ένα άδειο καύκαλο, όταν δεν αγαπάμε με όλη μας τη ψυχή, όταν δεν αγωνιζόμαστε με όλη μας τη ψυχή για τα ιδανικά μας, όταν πλέον έχουμε γίνει αναλώσιμες μηχανές στους κρατικούς μηχανισμούς.

Σταχυολογώ στίχους από διαφορετικά ποιήματα της συλλογής:

Η γιαγιά είναι υδροπλάνο, άλλοτε κολυμπά, άλλοτε πετά και μερικές φορές είναι καναρίνι. Ή γεωτρύπανο που ψάχνει να βρει στο βάθος ενός κήπου τον παράδεισό της. Οι μητέρες τελείωσαν. Καλή διατροφή σημαίνει να μην τρως αυγό, δηλαδή έμβρυο. Το κομμένο αξιοπρεπές κεφάλι της κότας σώζει από τον εφιάλτη της αθανασίας. Μαύρο σκυλί κούρσας με ψηλά αδύνατα πόδια είναι το χαμόγελό μου.

Ο Νίκος Κυριακίδης συχνά ακροβατεί στη ζώνη του υπερρεαλισμού, κατορθώνει όμως να τον αφομοιώσει θαυμάσια μέσα στα ποιήματά του. Οι όποιες Σαχτουρικές επιρροές έχουν πλήρως ενσωματωθεί στην ιδιόμορφη, χαρακτηριστική και μοναδική προσωπική γραφή του.

Οι λέξεις του Κυριακίδη είναι απλές και καθημερινές, λιτές και οικείες στον αναγνώστη. Δεν τις ντύνει με ψεύτικη πορφύρα, δεν είναι πομπώδεις και φανταχτερές, ούτε τα ποιήματά του είναι δυσνόητα, όλα όμως κρύβουν και ένα άλλο επίπεδο, είναι αλληγορικά και βαθιά.

Τα περισσότερα ποιήματα του Νίκου Κυριακίδη έχουν μία κοινωνική διάσταση, η ματιά του είναι οξεία και πολιτική. Αναφορές στον ταξικό και στον φυλετικό ρατσισμό, στον σεξισμό, στα οράματα μίας επανάστασης που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, στην πίκρα των διαψευσμένων ονείρων.

Αυτοσαρκάζεται, συνδιαλέγεται σκληρά με τον εαυτό του, εκτίθεται και εκθέτει χωρίς αναστολές με απόλυτη ειλικρίνεια όλη την αλήθειά του.

Στο ποίημα όπως αυτό της σελίδας 23 με τίτλο ΩΣ ΙΠΠΟΤΗΣ γράφει:

Όταν σέβομαι κάποιον που πονάει/Σταματάω τους δικούς μου πόνους./Ξαναφυτρώνει το πόδι μου./Επαναλειτουργεί η καρδιά μου./Λέω αστειάκια με τις αποστροφές μου./

Αυτός ο ιππότης που ακόμα ψάχνει ανεμόμυλους, που ακόμα συντρίβεται κάθε φορά που δεν τους βρίσκει, που ακάματα και με ματωμένα δάχτυλα παραμερίζει το χώμα για να βρει τον κρυμμένο θησαυρό, που πολεμά για τους άλλους και ενάντια σε κάθε μορφή κοινωνικής αδικίας, που πετά την ψεύτικη πορφύρα όχι μόνο την δική του αλλά και των άλλων σε μία αγωνιώδη αναζήτηση της γυμνής αλήθειας, είναι ο ποιητής Νίκος Κυριακίδης.

Και μέσα από τον σαρκασμό, τη σκληρή πανοπλία, το ματωμένο σπαθί ξεπροβάλλει η γραφή του, αστραφτερή και γνήσια, όπως ένα ευαίσθητο και ρευστό ακριβό μέταλλο.





75 Προβολές0 Σχόλια

Comments


bottom of page